Συντάκτης: Πέτρος Μανταίος
Κατόπιν συσκέψεως, μετά μεγίστης μελέτης, η παρέα, καταλήξαμε στο Τηνιακό, Αλεξάνδρας, διαγωνίως απέναντι από το Πεδίον Άρεως, περιοχή που πολύ παλιά, τον 19ο αιώνα, όταν η Αλεξάνδρας ήταν ακόμα ρέμα, λεγόταν Πιθαράδικα, γιατί εκεί έφτιαχναν πιθάρια· λίγο πιο πάνω, στα Παναθήναια.
Επισήμως Πλατεία Αργεντινής Δημοκρατίας από τη δεκαετία του ’60. Όμως και τότε και τώρα, Παναθήναια, από τα παλιά Παναθήναια, καλοκαιρινό σινεμά Χαριλάου Τρικούπη και Αλεξάνδρας· σπουδαίο σινεμά, «ειδικευμένο» σε ταινίες Τζέρι Λούις – Ντιν Μάρτιν· τους λατρεύαμε και τα τέσσερα αδέλφια· ιδίως ο δεύτερος, ο… Λούης, λόγω… συνωνυμίας! Εκεί όπου, μετέπειτα, στεγάστηκε το ΥΠΕΧΩΔΕ· όχι υπαιθρίως, αν και δεν θα ήταν άσχημη ιδέα.
Υπήρχαν ακόμα εκεί –τέλη ’50, αρχές ’60– τα μαρμαράδικα στη στενή, χωρίς νησίδα, Αλεξάνδρας. Εξ αυτού και το Τηνιακό. Λόγω των μαρμαράδικων, στη γύρω περιοχή είχε αναπτυχθεί η μεγαλύτερη παροικία Τηνίων της Αθήνας· περιζήτητοι μαρμαράδες και μαρμαρογλύπτες οι Τηνιακοί σε μιαν Αθήνα που μεγάλωνε ιλιγγιωδώς. Ίσως ήταν και το πρώτο μαγαζί στην παλιά Αθήνα που σερβίριζε ρακί/ρακή, την περίφημη τηνιακή στροφ(ι)λιά· το τσίπουρο στα αθηναϊκά μαγαζιά είναι σχετικά πρόσφατη ιστορία· χονδρικά, μετά τη μεταπολίτευση.
Από τους Τηνιακούς και το όνομα της συνοικίας και της οδού Γκύζη· από τον μεγάλο μας ζωγράφο, Τήνιο, από τον Πύργο της Τήνου, Νικόλαο Γύζη, εξαιτίας της λατινικής υπογραφής του: Gysis, καθόσον διαπρεπής ζωγράφος στη Γερμανία, γνωστός στην Ευρώπη.
Το δε κτίριο του καφενείου είναι από τα ελάχιστα παλιά στην Αλεξάνδρας. Δυο-τρία έμειναν όλα κι όλα, και, φαντάσου, θυμάμαι την πρώτη πολυκατοικία στην Αλεξάνδρας, από την Ιπποκράτους και πάνω: Αλεξάνδρας και Πανόρμου. Περνούσε ακόμα το τραμ, το κίτρινο, το 16: Θων – Θησείον, μέσω Ιπποκράτους – Συντάγματος. Εξ ου και η περιοχή Θων (από την έπαυλη Θων), που μετά την είπαν «Παραλία», τότε την έλεγαν Τέρμα Αμπελοκήπων και οι παλιοί Αμπελοκηπιώτες σκέτα Τέρμα! Τότε που ακόμα η νυν πλατεία Αμπελοκήπων λεγόταν Άλσος μιας νυκτός, επειδή (απίστευτο, αλλά συνέβη…), φτιάχτηκε σε μία νύχτα.
Το Τηνιακό ανήκει, νομίζω, στην Αδελφότητα Τηνίων. Έκλεισε μικρό διάστημα. Γράφτηκαν τότε κάποια «αναμνηστικά» σε εφημερίδες για την ιστορικότητα του καταστήματος. Έκλεισε η παλιά σελίδα. Ευτυχώς, όχι το βιβλίο. Που ξανάνοιξε. Με τη μεγάλη, ψηλοτάβανη, παλιά σάλα. Την όμορφη είσοδο προς τους πάνω ορόφους και την υπερυψωμένη πλατειούλα μπροστά που βλέπει στην Αλεξάνδρας.
Κατάστημα αρκούντως περιποιητικό, με μεζέδες γευστικούς, κρασί (δεν πήραμε τσίπουρο) ευχάριστο, ερυθρό, χύμα («τίμιο» το χαρακτήρισε ο σερβιτόρος, και πολύ μου άρεσε ο χαρακτηρισμός· την άλλη μέρα φάνηκε ότι όντως ήταν «τίμιο»!) και τιμές λογικότατες· γιατί κάποιοι το έχουν παραξηλώσει! Κυρίως, νέοι άνθρωποι οι σερβιτόροι. Νέοι και οι θαμώνες (γεμάτο· φύγαμε κατά τις δώδεκα και πάλι έρχονταν) νέα παιδιά, όμορφα, κορίτσια και αγόρια. Κι εμείς –οχτώ νομάτοι– κάπου στη μέση μιας ηλικίας, ήμασταν σαν η Μόνα Λίζα στη γυάλα του Λούβρου (την έχω δει την κυρία· μια χαρά, αλλά ολομόναχη!). Όμορφη βραδιά. Γεμάτη από θόρυβο νιότης και γεύσεις μνήμης, ευτυχώς ακόμα ανεξίτηλες.