Του Χρήστου Χαραλαμπόπουλου

 

Ένα από τα πράγματα που το Βατικανό δεν αντέχει να ακούει είναι η Θεολογία της απελευθέρωσης. Εκείνο το ιδεολογικό μονοπάτι του μαρξισμού, που τον παντρεύει με την χριστιανική διδασκαλία. Η μπορεί να συμβαίνει και το αντίστροφο. Η Θεολογία της απελευθέρωσης είναι πολύ δημοφιλής στην Λατινική Αμερική και οι εκπρόσωποί της, ιερείς ή και καρδινάλιοι, μπορούν από την λειτουργία να βρεθούν στην διαδήλωση και το αντίστροφο. Ενσαρκώνουν μία ρήση του Σαρτρ για τον μαρξισμό, σύμφωνα με την οποία «αριστερά, είναι να βλέπεις τα πράγματα από την πλευρά των αδύνατων». Για τους εκπροσώπους της Θεολογίας της Απελευθέρωσης, η θρησκεία είναι η πρόφαση να μιλήσουν για την κοινωνική ανισότητα και να την πολεμήσουν. Και από ανισότητα και φτώχεια στην Λατινική Αμερική, υπάρχει περίσσευμα.

Αν η Θεολογία της Απελευθέρωσης είχε εκπρόσωπό της στο παιχνίδι, στο ποδόσφαιρο, αυτός δεν μπορούσε να ήταν άλλος από τον Σόκρατες. Δεν ήταν απλά μόνο ένας σπουδαίος ποδοσφαιριστής. Και άλλοι είναι. Ο Βραζιλιάνος αγαπούσε το παιχνίδι, τόσο, που δοκίμαζε τις αντοχές και τα όριά του, κυρίως έξω από τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Ήταν από τους εμπνευστές της «δημοκρατίας της Κορίνθιανς», ένα πείραμα αυτοδιαχείρισης στο ποδόσφαιρο, μία ουτοπία, όπου όλες οι επιλογές, από το μεσημεριανό φαγητό των ποδοσφαιριστών μέχρι και την σύνθεση της εντεκάδας, ήταν ζητήματα που έμπαιναν σε ψηφοφορία. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του πειράματος, που άρχισε να εφαρμόζεται από το 1978 όταν ο Σόκρατες πήγε στην Κορίνθιανς, ήταν πως επιχειρήθηκε τον καιρό που η Βραζιλία ήταν δέσμια μάς στρατιωτικής χούντας.

 

Ο Σόκρατες, που αμέσως μετά το μουντιάλ του 82 ετοιμαζόταν να δώσει καθυστερούμενα μαθήματα για το πτυχίο της ιατρικής, ήταν αυτός που έπεισε τους συμπαίκτες του να γράψουν πάνω στις φανέλες τους, το σύνθημα «ψηφίστε στις 15», καθώς οι εκλογές του Νοεμβρίου του 1979 ήταν το πρώτο βήμα εκδημοκρατισμού της Βραζιλίας. Ο Γιατρός, ποτέ δεν υπήρξε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Έπαιζε μπάλα γιατί του άρεσε το παιχνίδι. Όπως του άρεσε το ποτό, ιδίως με φίλους και το κάπνισμα. Όπως του άρεσε το διάβασμα και το γράψιμο. Ετοίμαζε ένα μυθιστόρημα φαντασίας με άξονα το παγκόσμιο κύπελλο του 2014 και αναρωτιέμαι αν θα δούμε κάτι από αυτό. Έστω και τις σημειώσεις του. Ο Σόκρατες, ήξερε ότι το ποδόσφαιρο, όπως η θεολογία, όπως ο ακτιβισμός και η πολιτική δράση, όπως το γράψιμο, όλα αυτά είναι διαφορετικές γλώσσες για να μιλήσεις στους ανθρώπους. Αλλά να τους μιλήσεις για πράγματα που έχουν σημασία. Για την ανισότητα, την φτώχεια, την υπεράσπιση των αδύνατων, ένα καλύτερο κόσμο που είναι εφικτός. Ενα λαμπρότερο αύριο. Ο Σόκρατες, που οι συμπαίκτες του αποκαλούσαν «φιλόσοφο», είναι ο εκπρόσωπος της ουτοπίας. Όχι γιατί έδινε απαντήσεις. Σήμερα, όλοι δίνουν ακόμη κι οι υπολογιστές. Ο Σόκρατες ήξερε να θέτει τις σωστές ερωτήσεις.

 

Και ήταν τόσο σοφός, που βρίσκεται στο ίδιο σκαλί με τον Έλληνα φιλόσοφο Κώστα Αξελό ο οποίος υποστήριζε ότι ο άνθρωπος μαθαίνει τον κόσμο και απελευθερώνεται με το παιχνίδι και την περιπλάνηση. Και ο Σόκρατες, από τα ξημερώματα της Κυριακής της 3ης Δεκεμβρίου, με ένα τσιγάρο στο στόμα, μία μπάλα στο αριστερό πόδι, το βαλιτσάκι του γιατρού στο δεξί και μία καινούργια ουτοπία στο μυαλό, θα βρίσκεται όπου του κάνει κέφι. Γιατί γνωρίζει τον στίχο του ποιητή που λέει ότι «κανείς χάρτης του κόσμου δεν είναι πλήρης αν λείπει από αυτόν η νήσος ουτοπία».